γκαστριά

γκαστριά
η
1. η εγκυμοσύνη.
2. η διάρκεια της εγκυμοσύνης.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • γκαστριά — η βλ. γγαστριά …   Dictionary of Greek

  • αγγαστριά — η βλ. γκαστριά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εγκυμοσύνη — η η κατάσταση της έγκυας, η κύηση, το γκάστρι, η γκαστριά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”